Μέσα στα βάθη της νύχτας,
στην αποκρουστική της σιωπή,
η μοναξιά με πνίγει,
και με παγιδεύει ανελέητα
σ’ έναν κόσμο χωρίς φως,
σ’ ένα κόσμο παγερό.
Αναζητώ απεγνωσμένα το φως,
τη ζεστασιά του έρωτα.
Μονάχος περπατώ στους δρόμους της απόγνωσης,
με την αγκαλιά μου άδεια,
την καρδιά μου σκοτεινή,
το μυαλό μου χαμένο.
Αναζητώντας αγκαλιά,
φωνή που μου γλυκομιλά,
χέρια που με περιμένουν,
μάτια που βλέπουν εμένα.
Κι όταν ο ήλιος ξημερώνει,
και η νύχτα φεύγει μακριά,
μέσα στην ανατολή του έρωτα,
βρίσκει η ψυχή μου την πατρίδα της,
τη γη της γαλήνης.
Εκεί, στην αγκαλιά της αγαπημένης μου,
η μοναξιά πεθαίνει,
και η καρδιά μου ανασαίνει ελεύθερη.
Έτσι συνεχίζω το ταξίδι μου,
με τον έρωτα να με οδηγεί.
Μοναξιά πια δε νιώθω,
γιατί μέσα στη θερμή αγκαλιά της,
βρίσκω τη δύναμη εκείνη,
που δε στερεύει ποτέ και
με κάνει να πιστεύω πως
η ζωή είναι υπέροχη
και το μέλλον μόνο όμορφα δώρα θα μου προσφέρει.